Λήναια

Λήναια
Γιορτή της αρχαιότητας. Την τελούσαν στην Αθήνα προς τιμήν του Διονύσου, ο οποίος ονομαζόταν και Λήναιος ή Ληνεύς. Η γιορτή λάμβανε χώρα τη μικρότερη ημέρα του χρόνου κατά τον μήνα Γαμηλιώνα, ο οποίος επονομαζόταν και Ληναιών και αντιστοιχούσε στο σημερινό διάστημα Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου. Στη γιορτή, που είχε πιθανότατα μυστηριακό χαρακτήρα προέδρευε ο άρχων βασιλεύς και κατά τη διάρκειά της έψελναν τον ύμνο του Διονύσου. Η γιορτή αυτή λάμβανε χώρα σε περιφραγμένη περιοχή με ιερό του Διονύσου, το οποίο ονομαζόταν Λήναιον. Εκεί οργανώνονταν αγώνες και θεατρικές παραστάσεις (κυρίως κωμωδίες) και υπήρχε ένα ξύλινο θέατρο, όπου είχε διδάξει και ο τραγικός Αισχύλος το 478 π.Χ. Η ακριβής τοποθεσία του Λήναιου δεν είναι γνωστή, αν και εικάζεται ότι βρισκόταν στα Δ του βράχου της Ακρόπολης.
* * *
Λήναια, τὰ (Α)
βλ. λήναιος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Λήναια — belonging to the wine press neut nom/voc/acc pl Λήναιον belonging to the wine press neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λήναια — τα γιορτή των αρχαίων Ελλήνων προς τιμή του θεού Διόνυσου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ληναῖα — ληναῖος belonging to the wine press neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ληναίοις — Λήναια belonging to the wine press neut dat pl Λήναιον belonging to the wine press neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ληναίοισιν — Λήναια belonging to the wine press neut dat pl (epic ionic aeolic) Λήναιον belonging to the wine press neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ληναίων — Λήναια belonging to the wine press neut gen pl Λήναιον belonging to the wine press neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • DIONYSIA — I. DIONYSIA martyrio apud Alexandriam sub Decio coronata, A. C. 251. II. DIONYSIA matrona Christiana, persecutione Hunerici Vandalorum Regis una cum filio Maiorico, ad necem quaesita, hunc ad mortem raptum sic consolata est, Memento Fili, te… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Ληνεύς — Προσωνυμία του θεού Διόνυσου, προς τιμήν του οποίου τελούνταν τα Λήναια στην Αθήνα. Βλ. λ. Λήναια. * * * Ληνεύς, ὁ (Α) [Λήναι] προσωνυμία τού Διονύσου …   Dictionary of Greek

  • λήναιος — (; – 170; π.Χ.). Αξιωματούχος στην Αυλή των Πτολεμαίων, που καταγόταν από την Κοίλη Συρία. Αυτός και ο ευνούχος Εύλαιος ήταν κηδεμόνες του βασιλιά Πτολεμαίου του Φιλομήτορα. Το 179 π.Χ. ενεπλάκη σε πόλεμο με τον Αντίοχο τον Επιφανή, επιφέροντας… …   Dictionary of Greek

  • Αγάθων — I (Αθήνα 445; – Πέλλα 400; π.Χ.).Αθηναίος τραγικός ποιητής. Ελάχιστες πληροφορίες για τη ζωή του έφτασαν έως εμάς. Βρισκόταν στην ακμή του την εποχή του όψιμου Ευριπίδη, νίκησε το 416 με τραγωδία στα Λήναια και το 405 πήγε στην αυλή του Αρχέλαου …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”